Σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες παγκοσμίως, η αυξημένη χοληστερίνη αποτελεί ένα από τα συχνότερα ιατρικά προβλήματα, καθώς οι υψηλές τιμές της μπορούν να προκαλέσουν σοβαρές δυσλειτουργίες.
Στη χώρα μας σχεδόν το 50% του πληθυσμού ηλικίας άνω των 18 ετών έχει τιμές χοληστερόλης πάνω από τα επιθυμητά όρια. Τα αυξημένα επίπεδα χοληστερόλης αποτελούν παράγοντα κίνδυνου για καρδιοπάθειες.
Την χοληστερίνη πρέπει να διατηρούμε μέσα στα φυσιολογικά όρια, ανάλογα με τους παράγοντες κινδύνου που εμφανίζει το άτομο, ώστε να μειώνουμε τον καρδιαγγειακός κίνδυνο.
Ανάλυση κλινικών μελετών έδειξε ότι κάθε μείωση της ολικής χοληστερίνης κατά 10%, οδηγεί σε μείωση της εμφάνισης στεφανιαίας νόσου σε ποσοστό 22% σε 2 έως 5 έτη και σε ποσοστό 25% μετά τα 5 έτη.
Τι είναι η χοληστερόλη
Η χοληστερόλη είναι μια λιπαρή ουσία που κυκλοφορεί στο αίμα. Είναι απαραίτητη στον οργανισμό μας, γιατί συμβάλλει στο σχηματισμό της κυτταρικής μεμβράνης, των ορμονών καθώς και άλλων ουσιών. Το μεγαλύτερο ποσοστό χοληστερόλης του ανθρώπινου σώματος παράγεται στο ήπαρ. Το υπόλοιπο προέρχεται από τις τροφές. Η ποσότητα της χοληστερόλης που υπάρχει στον ανθρώπινο οργανισμό έχει επιρροή από:
- τον τύπο της διατροφής
- την ηλικία
- κληρονομικούς παράγοντες.
Η χοληστερόλη, όπως και τα τριγλυκερίδια, ανήκει στα λιπίδια. Συνήθως στις εξετάσεις αίματος μετρούμε την ολική χοληστερίνη, την «κακή» χοληστερίνη (LDL) ή χαμηλής πυκνότητας και την «καλή» χοληστερίνη (ΗDL) ή υψηλής πυκνότητας.
Τι είναι η «κακή» και η «καλή» χοληστερίνη
• LDL Χοληστερόλη: Η ουσία αυτή είναι η «κακή» χοληστερίνη και μεταφέρει τη χοληστερόλη από το ήπαρ στους περιφερικούς ιστούς. Όταν είναι πάνω από το όριο, θεωρούμε επιβλαβή. Επειδή έχει την τάση να επικάθεται στα τοιχώματα των αρτηριών και σταδιακά προκαλεί στένωση. Σε μεγάλες ποσότητες σχετίζουμε με την αθηρωμάτωση των αρτηριών και τις επιπλοκές της. Δηλαδή τη στεφανιαία νόσο, το Αγγειακό Εγκεφαλικό Επεισόδιο (ΑΕΕ), το ανεύρυσμα αορτής και την περιφερική αρτηριακή αθηρωματική νόσο.
• HDL Χοληστερόλη: Η ουσία αυτή θεωρείται ευεργετική και είναι η «καλή» χοληστερίνη, καθώς δρα αντίθετα από την LDL. Απομακρύνει τη χοληστερόλη από την κυκλοφορία και την εναποθέτει στο ήπαρ, απ’ όπου και μεταβολίζεται. Όσο μεγαλύτερη είναι η HDL, τόσο το καλύτερο!
Σε ασθενείς με υπερχοληστεριναιμία πρέπει να γίνεται και έλεγχος θυρεοειδικής λειτουργίας, γιατί ο υποθυρεοειδισμός συνδέεται με υπερχοληστεριναιμία.
Αίτια και συμπτώματα της χοληστερίνης
Η ανεβασμένη χοληστερίνη δεν προκαλεί εμφανή συμπτώματα, όπως η δύσπνοια ή οι πόνοι στο σώμα. Τα επίπεδά της διαπιστώνονται με ακρίβεια μόνο με τη βοήθεια αιματολογικής εξέτασης. Μοναδική ένδειξη για την επικίνδυνη άνοδο της χοληστερίνης είναι η εμφάνιση κιτρινωπών πλακών στην επιδερμίδα γύρω από τα μάτια –κυρίως προς την πλευρά της μύτης. Στον ιατρικό χώρο η συγκεκριμένη δερματική αλλοίωση είναι γνωστή ως ξανθέλασμα. Το ξανθέλασμα δεν θεωρείται επικίνδυνο σε αρχικό στάδιο, ωστόσο μπορεί σταδιακά να επιδεινωθεί και να προκαλεί πόνο.
Μελέτη στην επιθεώρηση British Medical Journal έχει δείξει ότι το ξανθέλασμα αποτελεί για μια μερίδα του πληθυσμού προειδοποιητικό σημάδι για το έμφραγμα. Όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές έπειτα από ανάλυση στοιχείων που αφορούσαν 12.745 ανθρώπους, όσοι εμφανίζουν ξανθελάσματα διέτρεχαν έως και 12% αυξημένο κίνδυνο εμφράγματος σε βάθος 10ετίας.
Πότε πρέπει να γίνεται έλεγχος
Ο λιπιδαιμικός έλεγχος πρέπει να αρχίζει στα 35 για τους άνδρες που δεν έχουν άλλους καρδιαγγειακούς κινδύνους και στα 20 για άνδρες με προδιαθεσικούς καρδιαγγειακούς παράγοντες όπως:
- σακχαρώδη διαβήτη
- οικογενειακό ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου σε άνδρα συγγενή ασθενή.
Διάγνωση και εξετάσεις για τη χοληστερίνη
Η διάγνωση της χοληστερίνης γίνεται μέσω βιοχημικών εξετάσεων. Απαιτείται αιμοληψία και έλεγχος δείγματος αίματος. Οι εξετάσεις συμπεριλαμβάνουν μέτρηση της ολικής χοληστερίνης, των τριγλυκεριδίων, της HDL, της LDL, της Lpa (λιποπρωτεΐνη) και της TSH (θυρεοτρόπος ορμόνη). Επιπλέον, θα χρειαστεί να γίνει και υπέρηχος ήπατος.
Φαρμακευτική αγωγή
Εάν οι τιμές των λιπιδίων με την υγιεινοδιαιτητική αγωγή δεν μειωθούν στα επιθυμητά επίπεδα, τότε προχωρούμε στη φαρμακευτική αγωγή.
Σήμερα διαθέτουμε αρκετά υπολιπιδαιμικά φάρμακα, τα οποία είτε ως μονοθεραπεία είτε σε συνδυασμό προκαλούν μείωση της LDL-χοληστερόλης και των τριγλυκεριδίων και, αντίθετα, αύξηση της HDL χοληστερόλης (στατίνες, φιμπράτες, εζετιμίμπη κ.ά.).
Η αντιμετώπιση της δυσλιπιδαιμίας πρέπει να γίνεται από ειδικό ιατρείο ή ιατρό, που θα εκτιμήσει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο και ανάλογα θα αντιμετωπίσει τη δυσλιπιδαιμία αλλά και τους άλλους προδιαθεσικούς παράγοντες, ούτως ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος εμφάνισης ή επανεμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου.
Πηγές: Onmed.gr, Healthline, The New York Times